Τετάρτη 15 Ιουνίου 2011

Τι μάθαμε την Τετάρτη?

Τι μάθαμε την Τετάρτη?
1. Παρακολουθώντας την ειδησεογραφία η δραστηριότητα της αυλής του πρωθυπουργού είχε τις εξής διακυμάνσεις. Ο πρωθυπουργός συμφωνεί να παραιτηθεί προς χάριν μιας κυβέρνησης συνεργασίας. Σύμφωνα με το MEGA δέχεται έντονη κριτική από τους υπουργούς του και ανακαλεί ανακοινώνοντας ανασχηματισμό. Εκλαϊκευμένα δηλαδή, τους είπε φεύγω , του είπαν μη φύγεις και τους απάντησε καλά τότε θα φύγετε εσείς. Στο πιο κρίσιμο σημείο της διακυβέρνησης Παπανδρέου, ο πρωθυπουργός γαντζώνεται από τη καρέκλα που ηρωικά απειλούσε να αποχωριστεί και ανακάλυψε πως οι χιλιάδες αγανακτισμένοι στο Σύνταγμα και στην υπόλοιπη Ελλάδα δεν έχουν πρόβλημα με αυτόν ή με την πολιτική του αλλά με την …Μπιρμπίλη. Όταν το Μέγαρο Μαξίμου μετατρέπεται σε παιδική χαρά ο μοναδικός άνθρωπος που μπορεί να νιώθει δικαιωμένος είναι ο Γιάννης Βαρουφάκης.  
2. Οι δημοσιογράφοι των μεγάλων καναλιών, παρότι βιώνουν την μεγαλύτερη κρίση στη σύγχρονη ιστορία των μέσων τους, αποδεικνύεται πως θέλουν και εκείνοι πλέον απροκάλυπτα να παίξουν ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις. Μετά από πολλά αλληλοκαρφώματα σήμερα, μάθαμε πως υπάρχει μια σειρά από συγκεκριμένους οικονομολόγους, πανεπιστημιακούς και πολιτικούς αναλυτές που προωθούν συγκεκριμένα δημοσιογραφικά συγκροτήματα με σκοπό να παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο σε πιθανή κυβέρνηση προσωπικοτήτων και τεχνοκρατών. Πιθανότατα εκεί να βρίσκεται η τεράστια απογοήτευση τους στο ναυάγιο των διαπραγματεύσεων Παπανδρέου- Σαμαρά.
3. Με μια φωνή, η πλειοψηφία των προοδευτικών δημοσιογράφων μας ενημέρωσε πως πλέον γνωστοποιήθηκε η ταυτότητα των αγνώστων κουκουλοφόρων. Πρόκειται περί παρακρατικών-ασφαλιτών-κατασκόπων. Όλοι εκείνοι οι λαλίστατοι ιδεολόγοι που προσπαθούσαν μέσα από τα μπλογκς τους να μας πείσουν όλες αυτές τις μέρες των αγανακτισμένων κινητοποιήσεων, πως μόνο οι βίαιες επαναστάσεις έχουν αποτέλεσμα ήταν αστυνομικοί. Όλοι εκείνοι που προπηλακίζουν στα πανεπιστήμια, που καίνε την Αθήνα χρησιμοποιώντας το άσυλο, που ενημερώνονται για το που να χτυπήσουν μέσα από ιστοσελίδα που λειτουργεί μέσα σε πανεπιστήμιο, που όταν συλληφθούν στην Ευελπίδων γίνεται  γιορτή αριστερών οργανώσεων και πολιτευτών για την αποφυλάκιση τους, είναι αστυνομικοί. Κρυφοί Αστυνομικοί και μάλιστα όχι από τους καλούς πράκτορες, αυτούς με τις καπαρντίνες. Από τους άλλους που ξεχνάνε πάνω τους τις αστυνομικές τους ταυτότητες, που προμηθεύονται τα ρόπαλα τους από καρότσι του σούπερ μάρκετ και που όταν βαρεθούν, κάνουν τσιγάρο με τους ένστολους συνάδελφους τους προς τέρψιν των παπαράτσι. Αυτό που αμέλησαν να σημειώσουν οι δημοσιογράφοι είναι πως για 23 μέρες στη πλατεία του συντάγματος δεν είχε γίνει το παραμικρό επεισόδιο.  Τα επεισόδια άρχισαν την ώρα που ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ πορεία συγκεκριμένου πολιτικού χώρου έφτασε στο Σύνταγμα. Για κάποιο λόγο σήμερα ήταν σημαντικό να απενεχοποιηθεί η αριστερά για την προβοκάτσια στη δημοκρατική και ειρηνική διαμαρτυρία χιλιάδων Ελλήνων πολιτών.
Μπορεί λοιπόν να φάνηκε σήμερα πόσο ανίκανη είναι η κυβερνητική αυλή, πόσο κατευθυνόμενα είναι τα μέσα και πόσο εύπιστοι είμαστε μπροστά σε αυτά.
Φάνηκε όμως πως σε μια πλατεία βρέθηκαν Έλληνες πολίτες από δύο διαφορετικούς κόσμους. Εκείνοι που ψάχνουν το χάος και ξέρουν μόνο να καταστρέφουν. Εκείνοι που αποτελούν ότι σάπιο και αδιέξοδο έχει αυτός ο λαός. Και εκείνοι που διαδήλωναν ειρηνικά , δημοκρατικά, που χόρευαν ανάμεσα στα δακρυγόνα και τις μολότοφ, που δεν έφυγαν ακόμα και όταν κινδύνευε η σωματική τους ακεραιότητα, που καθάριζαν την πλατεία από τις καταστροφές των άλλων και που αποτελούν την ελπίδα και τη περηφάνια της χώρας

Παρασκευή 13 Μαΐου 2011

Η σύγχρονη σάτιρα και τα όρια της

Η σάτιρα αποτελεί ένα βασικό χαρακτηριστικό στη καθημερινότητα του Έλληνα. Ίσως είναι ένα σημειολογικό χαρακτηριστικό του που τον ξεχωρίζει από τον μέσο Ευρωπαίο. Από την αρχαιότητα μέχρι την εποχή μας, η σάτιρα αποτελούσε το όπλο του αδύνατου απέναντι στον ισχυρό, στον αλαζόνα, στο δυνατό. Στις μέρες μας όμως συγκεντρώνει υψηλή δημοφιλία ένα νέο είδος <<σάτιρας>>. Η τηλεοπτική τυποποιημένη σάτιρα. Η ελληνική τηλεόραση, έχοντας θυσιάσει εδώ και χρόνια τον ψυχαγωγικό της χαρακτήρα στο βωμό του άμεσου κέρδους, επικεντρώνεται σε φθηνές παραγωγές που θα κεντρίσουν το ενδιαφέρον του κοινού γρήγορα και εύκολα. Ένας τέτοιος τρόπος είναι ο εξευτελισμός και η διαπόμπευση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Είτε σε εκπομπές που προτρέπουν ανθρώπους να προβούν σε εξευτελιστικές δραστηριότητες για λίγα ευρώ, είτε παρουσιάζοντας στο ευρύ κοινό τα χρέη τους, είτε ταπεινώνοντας παιδιά σε στημένους διαγωνισμούς <<ταλέντων>> . Πρωτεύοντα ρόλο σε αυτή τη διαδικασία, δυστυχώς έχουν και οι σατιρικές εκπομπές. Η δημόσια σάτιρα που κάποτε ήταν ένα εξαιρετικό όπλο απέναντι στην αλαζονεία της όποιας εξουσίας πλέον έχει γίνει μιας μέθοδος εξευτελισμού απέναντι σε ανίσχυρους, αδύναμους ανθρώπους . Πολύ συχνά γίνεται λόγους για τα όρια της σάτιρας. Η δημόσια σάτιρα έχει το ρόλο της κριτικής και της παρωδίας μιας έννοιας ή ενός προσώπου, χρησιμοποιώντας πολλές φορές μια σειρά από αρνητικά χαρακτηριστικά, όπως η ειρωνεία, η υπερβολή και ο σαρκασμός, έχοντας πάντα όμως κάποιο ευγενή στόχο. Δεν εμπλέκεται σε ηθικούς φραγμούς που αποκωδικοποιούμε διαφορετικά ανάλογα την εποχή και τους ανθρώπους. Δεν μπορεί να έχει όρια διότι η προσέγγιση που κάνει στα πρόσωπα ή στις έννοιες εξαρτάται από το μέγεθος και την ισχύ τους, διαφορετικά είναι ανεπαρκής. Οπότε το σωστό ερώτημα σήμερα απέναντι στις σύγχρονες σατιρικές εκπομπές δεν είναι αν ξεπερνούν τα όρια της σάτιρας, αλλά αν αυτό που κάνουν είναι σάτιρα. Η δημόσια σάτιρα χρησιμοποιεί τον σαρκασμό και την ειρωνεία για να κριτικάρει ένα πρόσωπο. Αλλά ο σαρκασμός και η ειρωνεία από μόνα τους δεν είναι σάτιρα. Όταν δεν έχουν ένα θετικό στόχο ως βασικό συστατικό. Τη βελτίωση του αντικειμένου ή των συνθηκών που απορρέουν από αυτό. Παράδειγμα, αν σε μια εκπαιδευτική αίθουσα, αποχωρήσει ο καθηγητής μετά από μια αυστηρή και σκληρή ομιλία προς τους μαθητές, σάτιρα είναι να σηκωθεί κάποιος από αυτούς και να ειρωνευτεί το ύφος ή το λόγο του καθηγητή. Το χαμόγελο και η διασκέδαση που θα δημιουργούσε ένα πιο απελευθερωμένο κλίμα απέναντι στον εξουσιαστικό ρόλο του καθηγητή, επιτρέπει στην σάτιρα να υπερβαίνει τον σεβασμό που ηθικά θα ήταν απαραίτητος απέναντι στον εκπαιδευτή. Αντίθετα η διακωμώδηση ενός συμμαθητή που έχει κινητικό πρόβλημα δεν είναι σάτιρα, είναι απλώς διαπόμπευση. Δεν παράγει κανένα θετικό αποτέλεσμα, δεν βελτιώνει, δεν έχει στόχο. Αυτή είναι η σύγχρονη σάτιρα της ελληνικής τηλεόρασης, η διαπόμπευση ενός ανθρώπου που δεν έχει το νοητικό επίπεδο, το πολιτιστικό υπόβαθρο και τη πολιτική συμπεριφορά που επιθυμούν οι διανοούμενοι σύγχρονοι σατιρικοί.